Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Ο δικός μου Αγγελόπουλος...



 
Ένας παλιός μου φίλος έλεγε ότι όταν μιλάμε γιά τους δικούς μας που έφυγαν από την ζωή δεν μιλάμε σε αυτούς, τι νόημα θα είχε άλλωστε, αλλά μιλάμε σε εμάς. Εννοούσε ότι αξίζει με την δυστυχή “ευκαιρία” που δίνει ένας θάνατος να επαναπροσδιορίσουμε τα πραγματικά μεγέθη της δικής μας ζωής, τις αξίες και τα όριά μας.
Ο, τόσο άδικος και τραγικός, θάνατος του Θόδωρου Αγγελόπουλου μας δίνει την δυνατότητα, έστω και γιά λίγο, να σκεφτούμε οτι τίποτα από τα φθαρτά και εφήμερα που μας ταλαιπωρούν σήμερα δεν θα υπάρχουν αύριο. Άλλα φθαρτά και εφήμερα θα έχουν πάρει τη θέση τους, περισσότερο ή λιγότερο επώδυνα. Η μεγάλη τέχνη, όμως, θα υπάρχει, το έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου, θα υπάρχει. Θα τροφοδοτεί την αέναη σχέση του ανθρώπου με το παρελθόν και τις αγωνιώδεις ερωτήσεις γιά το μέλλον. Θα τοποθετείται στο χτες, το τώρα και το αύριο της, όποιας, στιγμής.
Ο χρόνος, του Αγγελόπουλου, δεν χωρίζεται σε δευτερόλεπτα, λεπτά και ώρες. Δεν μετριέται με ημερολόγια και ρολόγια. Ο χώρος ενσωματώνεται στο όραμά του, δεν μετριέται με χιλιόμετρα και στρέμματα.
Ό,τι συμβαίνει τώρα έχει τις ρίζες του στο χτές και ορίζει το αύριο.
Ό,τι συμβαίνει εδώ έχει τις ρίζες του στο χτές και ορίζει το αύριο.
Οι διαστάσεις στο έργο του Αγγελόπουλου, ο χώρος και ο χρόνος τέμνονται με τον θάνατο, τον έρωτα, την ιστορία, τον τόπο, την αριστερά, την ήττα. Όπως και η ζωή.
Στο “Μιά αιωνιότητα και μιά μέρα” (πόσο πλούσια έκφραση γιά να πείς “αύριο”) ο ποιητής Αλέξανδρος (Μπρούνο Γκάντζ) οδηγεί στην Θεσσαλονίκη. Σταματά σε ένα κόκκινο φανάρι. Ανάβει το πράσινο. Άλλα αυτοκίνητα τον προσπερνούν. Αυτός παραμένει ακίνητος. Πέθανε. Ο άνθρωπος σταμάτησε, ο χρόνος, δίπλα του, συνεχίζει.
Ένα ατελείωτο ταξίδι. Στην Ελλάδα, τα Βαλκάνια και τον κόσμο.
Ένα εσωτερικό ταξίδι προς την ουτοπία.
Στον “Μελισσοκόμο” ο Σπύρος (Μαστρογιάνι) ακουμπά στοργικά το αυτί του γιά να αφουγκραστεί τις μέλισσες. Αρχίζει μαζί τους ένα ταξίδι, πιστεύει προς την αυτογνωσία. Ένα ταξίδι προς τον θάνατο.
Στο “Μετέωρο βήμα του πελαργού” ο φυγάς απορεί “Περάσαµε τα σύνορα κι είµαστε ακόµα εδώ. Πόσα σύνορα πρέπει να περάσουµε για να πάµε σπίτι µας;”. Όσα πέρασε ο σκηνοθέτης Α. (Χάρβεϊ Καϊτέλ) στο “Βλέμμα του Οδυσσέα”; Δεν φτάνουν. Δεν πρέπει. Γιατί ο Αγγελόπουλος θέλει ένα κόσμο χωρίς σύνορα. Γι' αυτό, στις ταινίες του, στήνονται τηλεγραφόξυλα γιά να ανοίξουν γραμμές επικοινωνίας. Χωρίς όρια. Να μην κρέμονται οι λαθραίοι στα συρματοπλέγματα. Να μην ξαναγίνουν γάμοι όπου ο γαμπρός θα είναι από την μία πλευρά των συνόρων και η νύφη από την άλλη. Να μην ορίζεται το “αλλού” από μία γραμμή πάνω στη γέφυρα. Να ενώνει η γέφυρα και όχι να χωρίζει.
Έχω δεί όλο το έργο του Αγγελόπουλου. Απλός θεατής, διψασμένος να αναγνωρίσω τους συμβολισμούς και τα νοήματα. Ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει την "Αναπαράσταση" ως την μήτρα όλου του έργου του. Διεθνώς "Ο Θίασος" θεωρείται η κορυφαία δημιουργία του ενώ κάποιοι ευρωπαίοι και έλληνες κριτικοί τοποθετούν στην κορυφή "Το βλέμμα του Οδυσσέα". Η δική μου επιλογή είναι το "Μιά αιωνιότητα και μιά μέρα".  Όλες οι ταινίες του μου έχουν δώσει ερεθίσματα να γίνω καλύτερος άνθρωπος, να παραμερίζω τα δευτερεύοντα και να ασχολούμαι με τα σπουδαια. Ίσως γι' αυτό έχω κλάψει σε όλες. Όχι επειδή έβλεπα μιά λυπητερή ιστορία. Αλλά γιατί ο Αγγελόπουλος περιέγραψε την ομορφιά. Με εικόνα, λόγο και μουσική. Όχι την αγοραία ομορφιά των τέλειων αναλογιών αλλά την ακατέργαστη ομορφιά της αλήθειας. Την ομορφιά που σου κόβει την ανάσα. Όπως όταν αντικρύζεις την άφθαρτη κορυφή της Αστράκας στα Ζαγοροχώρια. Όπως όταν βρίσκεσαι απέναντι στην αινιγματική θάλασσα του Αιγαίου, μετά την Σκύρο, χωρίς να μεσολαβεί τίποτα μέχρι την συνάντησή της με τον ορίζοντα.
Μιά ευκαιρία να μετρήσεις το πραγματικό σου μέγεθος.
Θόδωρε σε χαιρετώ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου